Σελίδες

Τετάρτη 19 Μαΐου 2010

Η προσωπική διαδρομή μιας Ρομά ακτιβίστριας

απο το περιοδικο Konteiner (www.konteiner.gr)

Γεννηθηκα στην Ξάνθη...



_Σαμπιχά Σουλεϊμάν, Δροσερό Ξάνθης, www.drosero.com, sullogoselpida@gmail.com


Γεννήθηκα στην Ξάνθη, οικισμός Δροσερό. Οι γονείς μου εργάτες στα χωράφια, αγράμματοι και μας είχαν μαζί τους ξέροντας ότι κινδυνεύουν τα παιδιά από διάφορα φίδια και άλλα, αλλά έπρεπε να δουλεύουν και οι δυο τους. Εμείς παίζαμε όχι με κούκλες, αλλά με τα χώματα και ένα κομμάτι ψωμί που πολλές φορές μας έβαζαν και ζάχαρη για να μας αρέσει.
Τα άτακτα παιδιά καμιά φορά έριχναν τα νερά από τα παγούρια μας και τότε δεν είχαμε και νερό, δύσκολη ζωή, για τους άλλους πιο εύκολη. Για εμάς υπήρχε και η συνήθεια οι γυναίκες να ακούνε τους άνδρες τους,έτσι έπρεπε, λέγανε. Στα επτά μου και η αδερφή μου στα δέκα της, μας έφερε η μαμά μου στο δημόσιο σχολείο, χαρά μεγάλη. Μας γύρισαν πίσω, δεν μας δέχτηκαν, λόγω κουλτούρας, ότι θα έχουν με τους υπόλοιπους γονείς προβλήματα. Μάταια, εφόσον η μαμά αγράμματη, δεν ήξερε να διεκδικήσει κάτι για εμάς, έφυγε χωρίς δεύτερη σκέψη, πήγε στο πρώτο μειονοτικό σχολείο. Μας δέχτηκαν αλλά πληρώσαμε 24 χιλιάδες δραχμές για το κάθε παιδί το χρόνο, έτσι μας είπαν. Ξεκίνησα λοιπόν, πετάγαμε από χαρά, έλα μου όμως που είχαμε πρόβλημα με τη γλώσσα. Δεν ξέραμε να μιλάμε τουρκικά ούτε ελληνικά, μόνο ρομανέ. Οι συμμαθητές μας δεν μας άφηναν ούτε στο κυλικείο να πάρουμε κουλούρι, μόνο μας έβλεπαν σαν εξωγήινους. Κάθε μέρα τα ίδια και η φτώχεια πολύ μεγάλη. Ο πατέρας μου στα καράβια, η μητέρα μου μπαχτσιβάνισσα* ένα χιλιόμετρο κάθε μέρα με τα πόδια. Στο Κασκανέ μάς σταματάγανε τα παιδιά και μας πέταγαν τις τσάντες σε κάτι αγκάθια 5 μέτρα και μας δέρνανε
λόγω κουλτούρας, έτσι έλεγαν. Σταματήσαμε, λόγω προβλημάτων, φύγαμε στην Αθήνα, πού να ήξερα τι με περιμένει, εφόσον το αποφάσισαν οι γονείς. Ένας χρόνος πέρασε, πήγαινα στην Αθήνα σχολείο στην Ακαδημία Πλάτωνος. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα από τα ξημερώματα και γυρνάγαμε για να πάμε ώρα 8 στο σχολείο. Τα κατάφερνα όμως. Η μόνη τότε που πούλαγα λουλούδια ήμουν εγώ, τα δύο μου αδέρφια ήταν μικρά και η αδερφή μου μεγάλη, δεν την έβγαζαν. Είχα πρόβλημα γιατί δεν μπορούσα να περάσω τους δρόμους, επαρχία και πρωτεύουσα μεγάλη διαφορά. Πολλές φορές θα με πάταγαν τα αυτοκίνητα. Κανείς δεν δούλευε, μόνο εγώ. Αποφάσισε ο πατέρας μου, να πηγαίνω μαζί του ταξίδια, κάπου πιο εύκολα να είναι για μένα. Πέρναγε με καράβι από μία μικρή πόλη που του έμεινε στη μνήμη του, τη Χαλκίδα. Άλλος ένας χρόνος πέρασε ταξιδεύοντας εγώ και ο πατέρας μου στη Χαλκίδα. Με κόψανε από το σχολείο, πλέον για μένα το σχολείο ήταν μόνο ένα όνειρο. Μεροκάματο δεν έβγαινε, γιατί οι περισσότεροι Ρομά ερχόντουσαν Χαλκίδα. Όπου άκουγαν έναν γινόντουσαν 50 οικογένειες. Τότε σκέφτηκε να πάμε εκεί που υπηρέτησε, στην Πάτρα. Μετακομίσαμε όλη η οικογένεια, τουλάχιστον είχα τη μάνα μου και τα αδέρφια μου πιο κοντά. Μετά από δύο χρόνια συνέχεια τους είχα μακριά μου με τα ταξίδια που έφευγα, μεγάλωσαν λίγο τα αδέρφια μου και ξεκίνησαν και αυτά στο μεροκάματο. Η
μεγαλύτερη αδερφή μου έβγαζε τον αδερφό μου και η μαμά μου την πιο μικρή και εγώ με τον πατέρα μου. Κάθε μέρα που πέρναγε, νοσταλγούσα τον οικισμό μου και το σχολείο μου. Έθαβα τις χαρές και τις λύπες μέσα μου, δουλειά, σπίτι, κάθε μέρα το ίδιο. Πέρασαν χρόνια, πάντρεψαν την αδερφή μου και επειδή ήμασταν σαν δίδυμες, χωρίς αυτήν ήμουν πιο μόνη από ποτέ. Φυλακή χωρίς κάγκελα, δεν είχα φίλες ούτε παιχνίδια, μόνο δουλειά, αλλά σαν και εμένα πολλά άλλα παιδιά στην ίδια μοίρα. Πάντα είχα ένα γιατί μέσα μου και ένιωθα ότι κάτι δεν είναι φυσιολογικό. Αφού άλλοι γονείς με τα παιδιά τους βγαίνουν και είναι μαζί τους, τους φροντίζουν. Κορόιδευα τον εαυτό μου καμιά φορά λέγοντας ότι πολλά ζητάω. Στην ουσία τίποτα δεν ζήτησα από κανέναν, μόνο έδινα και αυτό που έπαιρνα ήταν δυστυχία, απειλές, αϋπνία, κούραση, φόβο, κρύο και εκφραζόμουν μόνο από μέσα μου. Έγινα 14 χρονών και με πάντρεψαν χωρίς να με ρωτήσουν. Έτσι πρέπει λένε, τότε στα χωράφια σκληρή δουλειά, σε ένα σπίτι 5 οικογένειες μαζί. Η νύφη πρέπει να δουλεύει και να φροντίζει όλους, να μαγειρεύει, να πλένει, δούλα σωστή. Έτσι πρέπει λένε. Μετά από 7 χρόνια χώρισα. Δεν πρέπει μία όμορφη γυναίκα να μένει ζωντοχήρα, έτσι πρέπει λένε. Δεν έκανα παιδιά και πρέπει να δεχτώ να ζήσω δύο γυναίκες σε ένα σπίτι, λένε.
Όχι, όχι, όχι, λέω τώρα εγώ. Μετά λίγο καιρό από το θάνατο του πατέρα μου, σκέφτηκα να μπουν σε μία τάξη τα μικρά μου αδέρφια και η μάνα μου και μετά θα αποφασίσω εγώ και μόνο εγώ για τον εαυτό μου. Γνώρισα τον δεύτερο άντρα μου, που μου έδωσε το πιο ωραίο δώρο, ένα γιο και τώρα είχα τη δικιά μου οικογένεια. Δούλευα πάλι στα λουλούδια και θυμόμουν την παιδική μου ηλικία. Έγινα 28 χρονών και έβλεπα τα ίδια και τα ίδια. Μία μέρα πήρα την απόφαση να κάνω κάτι για τον οικισμό μου, για τα παιδιά. Το 2003, έκανα τις παρέες μου, συγγενείς, φίλοι, ξεκίνησα να ενώσω τα σκεπτικά τους. Τα κατάφερα κάνοντας ένα καταστατικό που θα είναι Η ΕΛΠΙΔΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ. Για τα παιδιά, μόρφωση, υγεία και πολλά άλλα, κάναμε το πρώτο βήμα, ενωμένες, το δεύτερο. Τι μας λείπει; Να είμαστε δραστήριες, δυνατές, να ζητάμε πράγματα, που οι γονείς μας δεν τα κατάφεραν, εμείς όμως να τα καταφέρουμε. Να είναι καλά όλες οι γυναίκες, που αυτές είναι ηρωίδες, πολεμάνε με τα λίγα που έχουν και σκέφτονται με την οικογένειά τους και ξέχασαν ότι και αυτές έχουν δικαίωμα στη ζωή. Πιστεύουμε ότι μία μέρα θα αλλάξουν τα πράγματα. Στα παιδιά μας θα δώσουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Βάζουμε ένα όχι στην εκμετάλλευση. Εφόσον σε λίγα χρόνια είχαμε αποτελέσματα με το σύλλογο μας, θα έρθουν και καλύτερα. Αυτοί που προσπαθούν να τα διαλύσουν δεν τους συμφέρει γι’ αυτό και αγνοούν το σύλλογό μας. Να ξέρουν όμως ότι εμείς ζούμε εδώ και θα τα αλλάξουμε με λίγους φίλους και συνεργάτες που έχουμε και το πιστεύουμε. Το κάθε παιδί που ήταν στη δική μας μοίρα, τώρα εμείς θα του δώσουμε αυτό που αξίζει ως παιδί, έφηβος, είτε γυναίκα είτε άνδρας.

* εργάτρια στα χωράφια

Ο Πολιτιστικός Μορφωτικός Σύλλογος Ρομά Γυναικών Δροσερού Ξάνθης «Η Ελπίδα» 
είναι μια Μη Κυβερνητική Οργάνωση που ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 2006 ύστερα aπο πρωτοβουλία 20 γυναικών από τον οικισμό Δροσερού, μιας κοινότητας Ρομά, που βρίσκεται 1 χιλιόμετρο νοτιοανατολικά 
από το κέντρο της πόλης της Ξάνθης. «Η Ελπίδα» επικεντρώνεται στους τομείς όπως, εκπαίδευση παιδιών και ενηλίκων,βελτίωση υποδομών στον οικισμό, δημιουργική απασχόληση παιδιών, συμβουλευτική γονέων, αγωγή υγείας, κ.λπ.
Πάνω από 1500 παιδιά συμμετείχαν στιςδραστηριότητες του συλλόγου, με αποτέλεσμα ο αριθμός των παιδιών που σήμερα φοιτούν στο δημοτικό και στο γυμνάσιολύκειο του Δροσερού να ανέρχεται από 
150 που αρχικά φοιτούσαν στο σχολείο, στα 800, ενώ είναι 1.000 εγγεγραμμένα.

Το 2009 οι δραστηριότητες του Συλλόγου, εξαιτίας κυρίως των οικονομικών προβλημάτων,μειώνονται και από τις αρχές του Δεκεμβρίου, σταματούν τα τμήματα ενισχυτικής διδασκαλίας, το νηπιαγωγείο καθώς και το σύνολο των δομών στήριξης παιδιών και ενηλίκων και οι δραστηριότητες ελαχιστοποιούνται.
Αυτή τη στιγμή, η πρόεδρος του συλλόγου,Σαμπιχά Σουλεϊμάν, και τα μέλη αγωνίζονται να ανταποκριθούν στην απαίτηση, η οποία εκφράζεται από το σύνολο των κατοίκων του Δροσερού για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του συλλόγου, εστιάζοντας την προσπάθειά τους στην εξεύρεση των απαραίτητων πόρων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

άφησε το σχόλιο σου