Σελίδες

Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2010

Μακαρονάδα στο Κολωνάκι


μ'άρεσε και το αναδημοσιεύω χωρίς σχόλια

απο το athensville

Γνώρισα το Κολωνάκι στα τέλη της δεκαετίας του '50, αρχές '60. Γεννημένος στην Αθήνα, με γονείς Αθηναίους, δούλευα σε οικοδομές, βοηθητικές δουλειές, πήγαινα και νυχτερινό Γυμνάσιο. Πολλές από εκείνες τις πολυκατοικίες που έχουν παλιώσει τώρα, τις ξέρω σαν την τσέπη μου, έχω δουλέψει σ' αυτές, είχα δει τα σχέδια, είχα δει τις εσωτερικές εργασίες. Ξέρω την εσωτερική διαρρύθμιση των διαμερισμάτων, στην οδό Μέρλιν, στην οδό Κανάρη, στην Πατριάρχου Ιωακείμ, ψηλά στην Αμερικής, στην Αναγνωστοπούλου, στη Σουηδίας και άλλες πολλές.

Τότε δεν έμεναν μόνο πλούσιοι στην περιοχή, στα ημι-υπόγεια έμεναν οι εξωτερικές υπηρέτριες και οι επιτηδευματίες της περιοχής. Έμεναν πού και πού, πάλι στα υπόγεια, επαρχιώτες φοιτητές, 3-4 σε ένα δωμάτιο με τουαλέτα και ντους... Πάντως υπήρχε μια σαφώς ταξική κοινωνία, φαινόταν από την ένδυση και υπόδηση, ποιοι είχαν το χρήμα και ποιοι βρίσκονταν εκεί για το μεροκάματο.
Πήγαινα καμιά φορά επίτηδες για μεσημεριανό σε καλά εστιατόρια, στη Βουκουρεστίου και εκεί γύρω, για να δω τον καλό κόσμο, πώς πέρναγε, τι έτρωγε. Είχα μόνο 5 δραχμές στην τσέπη για φαγητό και 1 δραχμή για το εισιτήριο επιστροφής στο σπίτι. Μου έφερνε το γκαρσόνι μια μακαρονάδα σκέτη, το τυρί χάρισμα, γιατί δεν έφθανε το τάλιρο. Για να φας κολωνακιώτικα ήθελες 20-30 ή παραπάνω δραχμές, δεν ξέρω ακριβώς γιατί δεν είχα ποτέ τόσα λεφτά. Εγώ βολευόμουν με τις 5...
Ζήλευα τους λεφτάδες, όχι με την έννοια του φθόνου, αλλά του θαυμασμού. Έλεγα ότι κάποτε θα έρθω κι εγώ εδώ, να καθίσω στα ακριβά εστιατόρια με τα λεφτά μου και να φχαριστηθώ, όσα δεν κατάφερνα να φάω τότε. Ήμουν βέβαιος ότι κάποτε θα επιστρέψω με χρήμα... Μια εφηβική αισιοδοξία με πολλή άγνοια κινδύνου!
Έλειψα 20+ χρόνια στο εξωτερικό και, όταν επέστρεψα, δεν είχα ποτέ καιρό να πάω από εκεί. Διάβαζα και άκουγα για την εξέλιξη της περιοχής, αλλά δεν με τραβούσε τίποτα να πάω... Λεφτά είχα και πολλά, αλλά 5-6 άτομα που γνώριζα ότι είναι τακτικοί επισκέπτες της περιοχής θαμώνες στα καφενεία και στα μπαρ -πέρα από τους πολιτικούς- ήταν βλάχοι, επιδειξίες...
Τώρα που έγινα συνταξιούχος και διαθέτω ακόμα περισσότερα λεφτά (μόνο στην Ελλάδα συμβαίνει να παίρνεις μεγαλύτερη σύνταξη από το μισθό σου!), βρέθηκα μια μέρα τυχαία στην περιοχή... Είπα να φάω πάλι, 50 χρόνια μετά, μια μακαρονάδα σκέτη, με τυρί, να θυμηθώ τα παλιά... Μπα, δεν υπήρχε! Όλο κάτι περίεργα ξένα φαγητά, με πλαστικές σάλτσες είχαν... τα ξέρω καλά τα ξένα φαγητά, αλλά εγώ ήθελα μακαρονάδα με τυρί, την εφηβική μου ανάμνηση! Δεν είχε! Πήρα μεζέ με ούζο, κέρασα κι ένα συνάδελφο που συνάντησα τυχαία και τα είπαμε...
Δεν θα ξαναπάω φυσικά, όλοι οι περιφερόμενοι εκεί, πέρα από πολιτικούς και δημοσιογράφους, φαίνεται να είχαν πάει επειδή έψαχναν για γνωριμίες. Πέρναγαν από το τραπέζι μου και με κοίταγαν έντονα, μήπως είμαι γνωστός, κάποιος σημαντικός που έπρεπε να τον γνωρίσουν! Όμως δεν με ήξεραν, ένας απλός καθηγητής πανεπιστημίου ήμουν κι από πάνω συνταξιούχος.
Δεν είχαν σχέση οι περιφερόμενοι με την περιοχή, δεν τους έφερνε η δουλειά τους ή η καταγωγή τους εκεί. Αν τους έλεγες να πάνε στην παλιά Τρούμπα στον Πειραιά, εκεί θα πήγαιναν για γνωριμίες... Με την έννοια αυτή, δεν πρόκειται να συναντήσω και κανέναν γνωστό μου εκεί να τα πούμε. Θα έπρεπε να στήνομαι άσκοπα και δεν έχω λόγο για κάτι τέτοιο... Γι' αυτό δεν θα ξαναπάω!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

άφησε το σχόλιο σου